Με τον όρο ηπατίτιδα χαρακτηρίζεται η φλεγμονή του ήπατος που είναι δυνατόν να προκληθεί από ποικίλες αιτίες, όπως διάφοροι ιοί, τα ηπατοτοξικά φάρμακα, οι τοξίνες, τα βαρέα μέταλλα, η υπερβολική χρόνια χρήση αλκοόλ, καθώς επίσης και ορισμένα αυτοάνοσα νοήματα, τα οποία προκαλούν την αυτοάνοση ηπατίτιδα. Ιογενείς ηπατίτιδες χαρακτηρίζονται εκείνες που προκαλούνται κυρίως από τους ιούς A, B, C, D και E.
ΜΟΡΦΕΣ ΕΚΔΗΛΩΣΗΣ
– Η οξεία ηπατίτιδα, που μπορεί να εμφανιστεί λίγες εβδομάδες έως έξι (6) περίπου μήνες μετά τη μόλυνση από τον ιό και να αυτοϊαθεί, όπως συμβαίνει με την ηπατίτιδα Α.
– Η χρόνια ηπατίτιδα, που αφορά τους ιούς B, D και κυρίως τον C και αναπτύσσεται σε ασθενείς στους οποίους ο ιός παραμένει επί μακρό χρονικό διάστημα.
Οι ασθενείς με χρόνια λοίμωξη είναι πιθανό να αναπτύξουν κίρρωση ή ηπατοκυτταρικό καρκίνο.
ΚΛΙΝΙΚΗ ΕΙΚΟΝΑ
Η οξεία ιογενής ηπατίτιδα χαρακτηρίζεται από τα εξής γενικά συμπτώματα:
- Ανορεξία
- Καταβολή δυνάμεων
- Ναυτία
- Πυρετός
- Ίκτερος
- Ευαισθησία στην ψηλάφηση του ήπατος
Μερικές φορές δεν υπάρχουν καθόλου συμπτώματα ή είναι πολύ ήπια (λανθάνουσα μορφή).
Σπάνια, η οξεία ηπατίτιδα εμφανίζεται με εξαιρετικά βαριές εκδηλώσεις και χαρακτηρίζεται ως «κεραυνοβόλος οξεία ηπατίτιδα» με αυξημένη θνητότητα.
ΕΠΙΔΗΜΙΟΛΟΓΙΑ
Η ιογενής ηπατίτιδα, δυνητικά θανατηφόρος ασθένεια, μαστίζει εκατοντάδες εκατομμύρια ανθρώπους στον πλανήτη και αποτελεί τεράστιο πρόβλημα στη δημόσια υγεία.
Από την Π.Ο.Υ. (Παγκόσμια Οργάνωση Υγείας) έχει υπολογιστεί ότι περίπου 350 εκατομμύρια άτομα είναι χρόνιοι φορείς του ιού Β και 200 εκατομμύρια άτομα του ιού C. Στην Ελλάδα υπολογίζεται ότι 300.000 άνθρωποι είναι φορείς της ηπατίτιδας B και 200.000 της ηπατίτιδας C.
ΗΠΑΤΙΤΙΔΑ Β
Ο ιός της ηπατίτιδας Β αναφέρεται πρώτος, καθώς έχει ιδιαίτερη σημασία για την Ελλάδα, μία από τις ευρωπαϊκές χώρες, όπου – λόγω της αυξημένης μετακίνησης πληθυσμών από περιοχές με υψηλό επιπολασμό – παρουσιάζει αύξηση της συχνότητας της χρόνιας λοίμωξης στον γενικό πληθυσμό.
1. Τρόποι μετάδοσης του ιού
- Μέσω σεξουαλικής επαφής με μολυσμένο άτομο χωρίς προφύλαξη.
- Μέσω μολυσμένης μητέρας στο νεογνό (κατά τον τοκετό).
- Μέσω μολυσμένων με αίμα αντικειμένων (σύριγγες, ξυραφάκια, οδοντόβουρτσες).
Δεν μεταδίδεται με τρόφιμα, νερό ή τουαλέτα.
2. Τρόποι πρόληψης
- Το ειδικό εμβόλιο για την ηπατίτιδα Β, το οποίο αποτελεί τον μόνο ασφαλή τρόπο για την πρόληψη της νόσου και των επιπλοκών της. Η χορήγηση συνιστάται να γίνεται κατά την προσχολική ηλικία, σε επαγγελματίες υγείας και στα μέλη οικογένειας, φορείς του ιού Β. Μετά το πέρας του εμβολιασμού και δύο (2) μήνες αργότερα πρέπει να διενεργείται έλεγχος του τίτλου των προστατευτικών αντισωμάτων (Hbs) ώστε να διαπιστωθεί η επίτευξη της ανοσίας
- Ο συστηματικός προγεννητικός έλεγχος των εγκύων, με τον οποίο επιτυγχάνεται αφενός ο περιορισμός της περιγεννητικής μόλυνσης αφετέρου η έγκαιρη ανίχνευση των μητέρων με ηπατίτιδα Β, ώστε να γίνεται άμεση χορήγηση υπεράνοσης γ – σφαιρίνης και εμβολιασμός στο νεογέννητο.
- Ενημέρωση για τους τρόπους μετάδοσης και εφαρμογή των κανόνων υγιεινής.
3. Θεραπεία
Για τη χρόνια ηπατίτιδα Β υπάρχουν σήμερα φάρμακα, τα οποία ενισχύουν την άμυνα του οργανισμού, μειώνοντας τον πολλαπλασιασμό του ιού, επιβραδύνοντας την εξέλιξη της νόσου ή και επιτυγχάνοντας την ίαση σε σπάνιες περιπτώσεις. Η χορήγησή τους γίνεται από εξειδικευμένους ιατρούς και με εργαστηριακή παρακολούθηση.
ΗΠΑΤΙΤΙΔΑ C
Ο ιός της ηπατίτιδας C μεταδίδεται μέσω μολυσμένων αντικειμένων (σύριγγες, ξυραφάκια, βελόνες) και σπάνια μέσω σεξουαλικής επαφής ή από τη μητέρα στο παιδί.
Δεν υπάρχει ακόμη εμβόλιο για προφύλαξη από την ηπατίτιδα C.
Η χρήση αντιϊκών φαρμάκων έχει συμβάλει σημαντικά στη θεραπεία της.
ΗΠΑΤΙΤΙΔΑ Α
Η Ηπατίτιδα Α είναι μια συνηθισμένη λοίμωξη σε χώρες με χαμηλό κοινωνικό και οικονομικό επίπεδο.
Η εξάπλωσή της εξαρτάται κατά πολύ από τις συνθήκες ύδρευσης και αποχέτευσης, καθώς και της διακίνησης και συντήρησης των τροφίμων.
Εμφανίζεται ως οξεία μορφή με διάρκεια μερικών εβδομάδων, δεν οδηγεί ποτέ σε χρόνια ηπατίτιδα και αφήνει στον ασθενή ανοσία διά βίου.
Για τον περιορισμό της είναι αναγκαία η τήρηση των κανόνων υγιεινής.
Υπάρχει ειδικό εμβόλιο υψηλής αποτελεσματικότητας, το οποίο συνιστάται στα παιδιά προσχολικής ηλικίας και σε όσους πρόκειται να ταξιδέψουν σε χώρες της Αφρικής, της Νότιας και Νοτιοανατολικής Ασίας και στη Νότια Αμερική.
ΗΠΑΤΙΤΙΔΑ D
Η Ηπατίτιδα D δεν αποτελεί μεγάλο επιδημιολογικό πρόβλημα σήμερα.
Αναφέρεται, διότι μπορεί να προκαλέσει ηπατική βλάβη με ταχεία εξέλιξη και πολλές επιπλοκές.
Ο ιός Δέλτα δεν μπορεί να επιζήσει μόνος του, πολλαπλασιάζεται όμως σε ηπατικά κύτταρα ήδη μολυσμένα με τον ιό της ηπατίτιδας Β. Αφορά, δηλαδή, μόνο φορείς του ιού Β. Ειδική θεραπεία δεν υπάρχει.
ΗΠΑΤΙΤΙΔΑ Ε
Η λοίμωξη αυτή δε συναντάται στην Ελλάδα.
Οφείλεται σε εντερικά μεταδιδόμενο ιό και ενδημεί στην Ινδία, καθώς και σε χώρες της Κεντρικής Ασίας και της Κεντρικής Αμερικής.
ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑΚΗ ΔΙΑΓΝΩΣΗ ΤΗΣ ΙΟΓΕΝΟΥΣ ΗΠΑΤΙΤΙΔΑΣ
Οι αιματολογικές εξετάσεις, οι οποίες επιλέγονται και χρησιμοποιούνται για τη διάγνωση της ιογενούς ηπατίτιδας όλων των τύπων είναι οι εξής:
– Ηπατικές δοκιμασίες που αφορούν τη λειτουργία του ήπατος:
- Τρανσαμινάσες (SGOT, SGPT)
- Χολερυθρίνη
- Χρόνος προθρομβίνης
- Αλκαλική φωσφατάση
- γ – γλουταμυλοτρανσφεράση (γ – GT)
– Ανοσολογικές εξετάσεις που αφορούν την ανίχνευση των αντιγόνων και των αντισωμάτων του εκάστοτε ιού:
1. Για την ηπατίτιδα Β
- Το αντιγόνο επιφανείας του ιού (HbsAg), η ανίχνευση του οποίου επιβεβαιώνει τη διάγνωση.
- Το αντιγόνο e του ιού (HbeAg), η παρουσία του οποίου συσχετίζεται με την μολυσματικότητα του ιού και επιπλέον ως δείκτης παρακολούθησης της εξέλιξης της ιογενούς λοίμωξης.
- Τα αντισώματα (antiHbc, antiHbs, antiHbe) βοηθούν στη διάγνωση ατόμων με οξεία ή χρόνια λοίμωξη από τον ιό.
2. Για την ηπατίτιδα C
- Το ειδικό αντίσωμα (anti – HCV).
Η παρουσία θετικών anti – HCV δε σημαίνει υποχρεωτικά ότι το άτομο πάσχει από ενεργό ηπατίτιδα C. Το αντίσωμα ανιχνεύεται δια βίου και στα άτομα που μολύνθηκαν από τον ιό, αλλά ξεπέρασαν τη νόσο.
3. Για την ηπατίτιδα Α
- Τα αντισώματα HAV.IgG, ένδειξη παλαιάς λοίμωξης ή εμβολιασμού.
- Τα αντισώματα HAV.IgM, ένδειξη πρόσφατης λοίμωξης.
– Μοριακές εξετάσεις, οι οποίες πραγματοποιούνται με τη βοήθεια εξειδικευμένων εργαστηριακών τεχνικών όπως η PCR (αντίδραση αλυσιδωτής πολυμεράσης) και η R-T PCR (Real Time – PCR):
1. Για την ηπατίτιδα Β
- HBV – DNA (ποιοτικός και ποσοτικός προσδιορισμός), εξέταση με την οποία ανιχνεύεται ο ιός στον οργανισμό και προσδιορίζονται τα επίπεδα του ιϊκού φορτίου πριν και κατά τη διάρκεια της θεραπείας ώστε να βοηθήσει στην εκτίμηση της απόκρισης στη θεραπεία.
2. Για την ηπατίτιδα C
- HCV – RNA, για την ανίχνευση του γονιδιώματος του ιού και για τη διάκριση μεταξύ ενεργούς νόσου και απλής ύπαρξης αντισωμάτων από παλαιά νόσηση. Επίσης, χρήσιμος δείκτης για την εξέλιξη της νόσου και την απόκριση στη θεραπεία.
Συντάκτης: Λεντάρη Αικατερίνη, Ιατρός Βιοπαθολόγος M.D., Μέλος της Ιατρικής Ομάδας του ΟΜΙΛΟΥ ΙΑΤΡΙΚΗ ΔΙΑΓΝΩΣΗ