Η μόλυνση από το ιό SARS -CoV-2 ή ο εμβολιασμός, οδηγούν στην παραγωγή αντισωμάτων έναντι δομικών πρωτεϊνών του ιού (χυμική ανοσία), με στόχο την εξουδετέρωση και καταστροφή του ιού πριν την είσοδο του στα κύτταρα του οργανισμού.
Νεότερες μελέτες επιβεβαιώνουν ότι και για τον SARS -CoV-2, παράλληλα με την χυμική ανοσία, ενεργοποιείται μια ειδική ομάδα ανοσοκυττάρων, τα Τ λεμφοκύτταρα (κυτταρική ανοσία), τα οποία δρουν προστατευτικά έναντι της επαναλοίμωξης από τον ιό, ακόμα και σε άτομα με χαμηλά ή μη ανιχνεύσιμα επίπεδα αντισωμάτων.
Ως εκ τούτου, με τη νέα εξέταση κυτταρικής ανοσίας έναντι SARS -CoV-2, στοχεύουμε στην ανίχνευση των ειδικών για τον ιό κυττάρων μνήμης, τα οποία παρότι δεν εμποδίζουν την είσοδο του ιού στα κύτταρα, μπορούν όμως να καταστρέψουν τα μολυσμένα από το ιό κύτταρα.
Η εξέταση της κυτταρικής ανοσίας ενδείκνυται:
- Σε άτομα που επιθυμούν να έχουν μια ολοκληρωμένη εικόνα της ανοσιακής απόκρισης του οργανισμού τους έναντι του ιού SARS -CoV-2 μετά από νόσηση ή εμβολιασμό.
- Σε άτομα που νόσησαν ή εμβολιάστηκαν και παρουσιάζουν αρνητικό test αντισωμάτων.
- Σε υγιή άτομα που επιθυμούν να διαπιστώσουν εάν μολύνθηκαν από τον ιό χωρίς την παρουσία συμπτωμάτων (ασυμπτωματικά άτομα)
Η εξέταση πραγματοποιείται με απλή λήψη αίματος, τουλάχιστον 14 ημέρες μετά την έναρξη των συμπτωμάτων από βεβαιωμένη μόλυνση ή 20 ημέρες μετά τη 2η ή 3η εμβολιαστική δόση.
Αρνητικό αποτέλεσμα δεν αποκλείει το ενδεχόμενο μόλυνσης ή εμβολιασμού του ατόμου.
Συνιστάται ο συνδυασμός της εξέτασης ανίχνευσης της κυτταρικής ανοσίας με την εξέταση ανίχνευσης εξουδετερωτικών αντισωμάτων, ώστε να διαμορφωθεί μια πλήρης εικόνα της συνολικής ανοσοποιητικής άμυνας του οργανισμού έναντι του SARS-CoV-2.
Οι ανωτέρω εξετάσεις παρέχονται σε ιδιαίτερα προνομιακές τιμές.